kinaidos

kinaidos

Σελίδες

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Από την Ρόδο με αγάπη



Στάλθηκε από τον Αλέξανδρο
           
Η ιστορία μου ξεκινά όταν πήγα διακοπές με τους γονείς μου στην πατρίδα μου την Ρόδο. Εκεί επειδή όλα τα σπίτια των συγγενών ήταν πιασμένα, έμεινα σε ένα φιλικό ζευγάρι της θείας μου. Ο άντρας της, ο Γιώργης, ήταν ψηλός και γεροδεμένος με γκρίζες τρίχες στα μαλλιά του. Είχε ένα υπέροχο χαμόγελο.
Η γυναίκα του μια συνηθισμένη κυρία που με άλλα ρούχα μπορεί να έδειχνε και ωραία.
Εγώ από το πρώτο κιόλας βράδυ είχα καυλώσει αφάνταστα με τον Γιώργη. Τράβηξα μια μαλακία και σκεφτόμουν να με πηδάει στο συζυγικό κρεβάτι τους. Το επόμενο πρωί βρήκα τον πρωταγωνιστή της φαντασίωσης μου να κάθεται στην βεράντα με μια βερμούδα και ένα μαύρο μπλουζάκι. Εγώ βγήκα έξω με το σλιπάκι μου παίζοντας το αδιάφορος.
Με καλημέρισε και μου είπε να κάτσω δίπλα του. Εγώ έκανα πως αγνάντευα την θέα από την βεράντα, αφήνοντας τον κώλο μου στην θέα τον ματιών του. Μόλις γύρισα πρόλαβα και παρατήρησα ένα μικρό φούσκωμα στην βερμούδα του.
- «Να προσέχεις μικρέ!», μου είπε και κοιτούσε το γυμνασμένο μου σώμα απροκάλυπτα.
Του χαμογέλασα διακριτικά και έφυγα. Είχα καταφέρει να τον καυλώσω και για μένα αυτό ήταν επιτυχία. Το επόμενο βήμα ήταν να τον απομονώσω και να δω κατά πόσο θα εκδήλωνε τις διαθέσεις του. Έτσι και έγινε…
Εγώ σκαρφίστηκα ένα πονοκέφαλο, και αυτός χωρίς να το ξέρει ότι είμαι σπίτι, γύρισε μεθυσμένος να αλλάξει ρούχα γιατί τον είχαν καταβρέξει. Ήταν η ευκαιρία μου. Όση ώρα έκανε μπάνιο εγώ πλενόμουν στην δεύτερη τουαλέτα του σπιτιού. Μόλις βγήκε ξαφνιάστηκε τόσο που δυσκολεύτηκε να με αναγνωρίσει.
- «Τι κάνεις εσύ εδώ;», με ρώτησε με ύφος ενός αυστηρού μπαμπά.
- «Δεν ήμουν πολύ καλά και γύρισα. Γιατί ρωτάς;»
Ήταν η πρώτη φορά που του μίλαγα στον ενικό και με τόση άνεση. Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη κανονικά. Κοιταζόμασταν στα μάτια χωρίς να μιλάμε για κάμποσα δευτερόλεπτα. Μας διέκοψε το κινητό του…
- «Μικρέ εγώ θα την κάνω. Αν θελήσεις τίποτα με παίρνεις τηλέφωνο».
Με τρέλαινε το γεγονός που ήταν τόσο άνετος. Έσμιξα ελαφρά τα φρύδια μου προς τα πάνω για να του δείξω ότι ξενέρωσα λιγάκι. Εκείνος χαμογέλασε πονηρά και μου έκλεισε το μάτι. Ήρθε κοντά μου και με φίλησε στο στόμα πεταχτά.
- «Μωρό πρέπει να πάω. Αύριο θα φροντίσω να περάσουμε κάποιες ώρες οι δυο μας. Οκ;», μου είπε και με κοίταξε με το απίστευτο χαμόγελο του.
Εγώ είχα τρελαθεί. Μου μιλούσε λες και είχαμε σχέση κανονικά, λες και ήξερε ακριβώς τι έχω στο μυαλό μου.
- «Εντάξει..», απαντάω γυρίζοντας την πλάτη μου σε εκείνον.
Τούρλωσα ελαφρά τον κώλο μου προς τα πίσω.
- «Μικρέ, άσε τα κόλπα σου τώρα γιατί σου λέω βιάζομαι…»
- «Σου είπα τίποτα; Φύγε, πήγαινε στους φίλους σου...»
- «Θα πάω, αλλά θα σε γλείψω πρώτα να έχω την γεύση σου στο στόμα μου. Κατέβασε το βρακάκι σου και στήσου καλύτερα…»
Υπάκουσα αμέσως. Το έβγαλα τελείως και έτσι όρθιος που ήμουν, άνοιξα τα κωλομέρια μου.
- «Καύλα μου εσύ!», μουρμούρισε και έπεσε στα γόνατα αμέσως.
Ήταν το καλύτερο γλείψιμο που μου έχουν κάνει ποτέ. Με έγλειφε παθιασμένα, σαν ζώο, μουγκρίζοντας. Με δάγκωνε παντού, με έφτυνε, έβαζε την γλώσσα του όσα πιο βαθιά μπορούσε μέσα στην τρύπα μου.
- «Πήδα με, σε παρακαλώ…», του είπα ξεψυχισμένα, αλλά εκείνος δεν άκουγε τίποτα.
Συνέχιζε το γλείψιμο, ώσπου σηκώθηκε όρθιος και με έσπρωξε προς το τραπέζι. Τα χαρακτηριστικά του είχαν αλλοιωθεί από την καύλα. Με έσπρωξε με βία προς το τραπέζι…
- «Πάμε στο κρεβάτι…», είπα ξεψυχισμένα.
- «Σκάσε! Δεν έχω χρόνο για τέτοιες πολυτέλειες!», μου απάντησε εκείνος βγάζοντας τον πούτσο του έξω.
Με έστησε στο τραπέζι στα όρθια και μου τον έχωσε.
- «Προφυλακτικό...», μπόρεσα και θυμήθηκα πάνω στην καύλα μου.
- «Έχω βάλει ήδη. Δεν γαμιέσαι με κανένα άπειρο αγοράκι, σε γαμάει ο άντρας σου τώρα!», είπε και με έπιασε από τα μαλλιά ξεσκίζοντας κανονικά την τρύπα μου.
Ο πόνος που ένιωθα με καύλωνε περισσότερο. Το τραπέζι έτριζε ολόκληρο και οι πνιχτές φωνές που βγάζαμε θα μπορούσαν να μας προδώσουν. Σε κάποια στιγμή βγαίνει, πετάει το προφυλακτικό, και με ρίχνει στα γόνατα. Για πρώτη φορά έβλεπα τον πούτσο του. Ήταν χοντρός, με ένα τέλειο πουτσοκέφαλο.
- «Σε χύνω μωρό μου!»
Καυτές ποσότητες ψωλοχύματος κάλυψαν το πρόσωπο μου και ευτυχώς κατάφερα να πιω αρκετά. Τον έγλειψα και τον καθάρισα όπως του άξιζε. Ντύθηκε και έφυγε βιαστικά δίνοντας μου ένα φιλί.
Με τον Γιώργη κάναμε σχέση. Ερχόταν στην Αθήνα ή πήγαινα εγώ Ρόδο. Τον ερωτεύτηκα πολύ, αλλά μετά από δύο χρόνια τελείωσε και τώρα είμαστε φίλοι που τα λένε μιας στις τόσες.
Ελπίζω να σας άρεσε η ιστορία μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου